Τετάρτη 31 Οκτωβρίου 2012

κι οι μέρες
μελαγχολικές στοές
στις άκρες των δακτύλων
μιας πόρνης
που άτσαλα ατσαλώθηκε
και ρίμαξε φωνές τριγύρω
μέσα απόκοσμη σιωπή
κι ας έρθει, ποιός να έρθει
να ξεκόψει απ' τη φυγή
το λυτρωμό του θέρους
άβολες θύμισες
του χθες συντρίμια
και του μεθαύριο στεναγμοί
κι υπόκωφες ελπίδες
ανακααααλώ
μια μέρα, μια οχιά με μάτια
άσπρα
δίκοπα δάκτυλα που απλώνουν
δύστροπα τις λέξεις
σε σελίδες ετοιμόρροπες
λεπτές, φοινικοδέντρου
κι αφήνεται βουβή κι ασάλευτη
η λέξη "αγγίζω"
τριχοτομία, δηλαδή
ενός λεπτού σφαγή
ανάκατη ασπιρίνη
με μαρτίνι
διαστροφή
και σκούρα έντομα
θολά στο μάτι
στροβιλίζονται
και σκάνε μες τ' απομεσήμερο.

Τρίτη 30 Οκτωβρίου 2012

καταδίκη

γραπώθηκε άτσαλα
στο ασθενικό κορμί μου
ιαχές ξεχείλιζαν
απ' τις αρθρώσεις
ενίοτε ξένοι, ενίοτε δέσμιοι
και τόσο αλλόκοτοι
κλειστοί κι ασύμβατοι.
ο χρόνος κύλησε
ανάμεσα στα στήθια της
ερημικό τοπίο, συμπαντικό
 «
λέξεις δεν έχω να σου δώσω,
μοίρα μου πένθιμη
με αστραγάλους λιονταριού,
η γνώριμη μορφή σου
σέρνεται καιρό 
στις πιο απόμακρες στοές 
του εγκεφάλου μου
αφήνοντας τοπία άφταστα
γυμνή απ' όλα
κι από αίμα
στεγνή σαν θάνατος
καθώς βουβά εκρήγνυσαι
μπροστά να μου χιμήξεις
κι εγώ δειλιάζω, άρρητα
φωνάζω, και σου λέω πρέπει
πρέπει το χρόνο να δαμάσω
τώρα, χωρίς περιστροφές
ή άλλα αινίγματα, εγώ
στο χώμα ανακαλώ ζωές
στη γη κοιτάζω, κι αναιρώ 
τη λήθη, τη δικάζω
κι εσύ θολή, ανεξιχνίαστη, 
λεπτή με σώμα ερειπωμένο από 
ζωή, με καταδιώκεις
πάθος στη λάσπη, στον αέρα
αναταράζεις το εγκόσμιο 
δέρμα μου, και σιωπηλά
ουρλιάζεις, μέσα μου το ζώο
να υπερβεί τις πύλες του
θνητού εαυτού μου
και να διαβεί, σ' άγριες
σε εκκωφαντικές ονειρώξεις
ίσως,...
ίσως να είσαι η σκιά
που έμπηξε τα νύχια της
στην απουσία μου
και να διατάζεις θυμωμένη
τα φτερά σου να διαλύουν
να τρυπούν τ' άθλια πέλματά μου
να μην υπάρχουν πια τα 
πόδια μου, η γη να μην υπάρχει
στο διάφανο τοπίο, του μυαλού μου
ψιλαφώ μια ανεπαίσθητη εφορία
και ξαφνικά
ήλιοι κομματιαστοί
και μαύρες κόρες
των ματιών σου ολάνοιχτες
με διάτρητα φτερά
υψώνομαι και φεύγω
με βάρος άκαμπτο
κι αιώνια λαχτάρα
μοναχικός κι υπέροχος
νεκρός κι αθάνατος
με σώμα άδειο κι ασαφές
απόκοσμο και πρόχειρα 
δοσμένο, σ' ανείπωτους σπασμούς
γήινους θρήνους
κι άπειρα κελιά απρόσιτα, φωνές
κι ύστερα σπάζεις, 
δεν υπάρχεις κι αναιρείσαι.

ίσως, να είσαι η σκιά
που έμπηξε τα νύχια της
στην απουσία μου
αφού νωρίς, νωχελικά 
θα φτάσεις σε κάτι 
 απρόσμενα γνωστό 
θα με διαβείς, θα με 
λυγίσεις, και θα μου πεις
πως όλα τέλειωσαν
γλυκά, θα με κοιμίσεις
και θα 'σαι συ
παυσίπονος θεός
κι ανυπαρξία
»

Δευτέρα 29 Οκτωβρίου 2012

του μυαλού

ίσια, χώμα μπροστά, γη στραβή
και φύλλα άοσμα, ξερά
κοίτα πώς είσαι
ανέμενε. να ξεχαστείς
στα πένθιμα κατάρτια
να αφεθείς
κοιτάξου λίγο σοβαρά
στο τζάμι του μυαλού
χορός γυρτός
σφαγμένες μελωδίες
κι αναβοσβήνουν κάποτε τα φώτα
θόρυβος και θρίαμβος
εκρήξεις των χεριών
οι εκδρομές σ' αδειάζουνε
πια, ο αγέρας στα μαλλιά σου
αναστατώθηκε, λυτρώθηκε
η κρύα καρδιά, ελαφρυντικά
κι η καταδίκη λίγη κι άπειρη
για σένα, μόνο ήχοι και ξεσπάσματα
τους δρόμους κοίτα πώς κοιτούν
κι εκμυστηρεύονται
το ψέμα της ζωής
όχι δεν πάνε παραπέρα - σ' αγαπάω
κι έθαβα μέσα μου την Αποκάλυψη
καιρό, κι οι άνθρωποι με λύπηση
με προσπερνούσαν
κι ήταν οι λέξεις μου βαριές
και το κορμί μου αβάσταχτο
το χώμα που πατάς δεν σε αγγίζει
εσύ μ' αγγίζεις
γάμα τους δρόμους
που δεν τελειώνουν
κι έλα να σφάξουμε τον καιρό
το χρόνο να δαμάσουμε
κι εσύ να προσπερνάς σαν θύελλα
τ' άσπρα δαιμόνια.

Τετάρτη 17 Οκτωβρίου 2012

ασυμμετρίες

διάτρητες πόρτες
διάτρητα μυαλά
χυμένα
που στην ουσία
είναι ένα
ένα σελοφάν
που λάτρεψα
όταν δεν είχα άλλα
χρόνια να λησμονήσω
με βλέμμα επίμονο
διαστρικό
για μέρες, πέρασαν μέρες
κάτω απ' τα υπόστεγα
τσαλακωμένα χέρια
και έρχεσαι εσύ
και λες
"υπάρχω!"
και γελάς, γελάμε
ακατανόητα όλα, λες
ακατανόητα
και τόσο τετριμμένα
τόσο προσδοκώμενα
λες και ψάχνεις γκόμενα
χιλιάδες αποσιωπητικά
τι θα τα κάνουμε
τόσα αποσιωπητικά
χωρίς μια φιγούρα
τρυπημένη, ξεφούσκωτη
άσχημα δάκτυλα
στο παντελόνι ακουμπούν
χέρια ικανά μέχρι
και να σκοτώσουν
άσχημα χέρια
άδεια χέρια
φλύαρα χέρια
πολλά υποσχόμενα
λες και
ψάχνεις γκόμενα
γελάς, γελάμε
και κλαις
παρατηρώ τα μάτια σου
υγρά και τόσο
δύσκολα
γνώριμα, μπορώ να τ' αγγίξω
να τ' αγγίξω
μα δεν τ' αγγίζω
σου λέω, εγώ παρατηρώ
το ρολόι
περασμένο στον καρπό σου
διάτρητες πόρτες
άνθρωποι γνώριμοι
λευκοί
περνούν
μυαλά διάτρητα κι αυτά
απονευρωμένα
άσχημα χέρια
άδεια και απάνθρωπα
ικανά για τα πάντα
και για τίποτα
τίποτα κακό
τίποτα διάφανο
διαστροφικό
περιστροφικές κινήσεις
γαλαξίες, έτσι ορίστηκε
να είναι
να είναι εσύ
όπως κοιτάζεις, τώρα
τώρα γι αυτή τη στιγμή
που κοιτάζεις
με σφαγμένα μάτια
σαν να μου λες
"τώρα, τώρα
γι' αυτή τη στιγμή
φτιάχτηκε ο κόσμος" 
σαν να σε βλέπω
κατοπτρικά
κι αφύσικα λευκή
και αμόλυντη, ασαφή
κι αόριστη έτσι όπως κοιτάζεις
διάτρητα μυαλά
τα μυαλά μου
χυμένα στα πόδια σου
σελοφάν να τυλίξεις
τα ονειρά σου
κρύψε τις σκιές τους στη ντουλάπα σου
καθάρισε τα αίματα
απ' τ' άσπιλα κορμιά τους
φρόντισέ τα
διάτρητες λέξεις
αφύσικα λευκές
ανομοιόμορφες
δε βρήκα
μα το Θεό
καμία συμμετρία
σε τίποτα
μα το Διάολο
έχω τόσο άσχημα χέρια!
διάτρητες πόρτες
διάτρητα μυαλά
άνθρωποι και αποσιωπητικά
μορφές αλώβητες
στο χρόνο βολεμένες
κι απέραντες
τόσο που σκάνε στους τοίχους
με πάταγο
άνθρωποι ξένοι
ξένα γαμήσια
απονευρωμένες μαστουρωμένες πολιτείες
κι άκου
αυτή η στιγμή
άκου. . .
τώρα,
ξέρεις
γι' αυτή τη στιγμη φτιάχτηκε ο κόσμος.

Σάββατο 6 Οκτωβρίου 2012

γαμημένες ώρες

ρε ξεκόλλα
τίποτα δεν καθορίζεται
όλα δαγκώνουν το αναποδιασμένο σώμα
όμως, άλλη μέρα θα είναι
πιο νωρίς
ο μεθυσμένος θίασος θα εξιλεωθεί
θα τρεκλίσει στο χάραμα ο τρελός θίασος
οι δρόμοι θα αναμένουν
τις ρόδες των ποδηλάτων μας
τίποτα δεν θα αντηχεί
δεν θα αντιγυρίζει, με μασημένες συλλαβές
πίσω απ' τις λέξεις, κι αγγίζω τώρα
το κενό
ταπεινά και φλερτάρω
το μαστούρη ήλιο
πόσες φορές στο είπα;
πόσες φορές είπα να μην μου γαμάς την ψυχολογία;
γάμα εμένα καλύτερα
θα σου έρθει φτηνότερα
και θα είναι πιο ανώδυνο
και πιο θλιβερό
περπάτησες και
τα βήματά αυτά ξύπνησαν μέσα μου την διάνοια
των πιο απομακρυσμένων λέξεων
των άρρητων φόβων, ξέρεις
ρε
ανθίζουν κάποιες μέρες, ανατέλλουν
κάτι παράξενα πρόσωπα μέσα μου, επικίνδυνα όμορφα
και ακανόνιστα
και ανατέλλουν
γιατί τόσες χιλιάδες φορές πνίγηκαν και πάλι ανατέλλουν
δεν είναι ωραιο;
και τόσο μα τόσο ψυχοφθόρο
και μοιραίο,
άφραγος καιρός, περπατάει με τα χέρια στις τσέπες
κι αποζητά, τις μέρες που δεν ζήσαμε και πέρασαν
και πέρασαν!
γιατί είναι ωραίο ρε
οι άνθρωποι να σου θυμίζουν τοπία
και τα τοπία να θυμίζουν ανθρώπους
- προσέγγιση εκατοστού
στο φαινόμενο της ζωής -
ζούμε χαραμίζοντας λέξεις
για άγραφα ποιήματα
κι οι ώρες εκδικητικές ξανθιές, αλύπητες γκόμενες
μαλακισμένες και γαμημένες
και ξέρεις ρε
αυτές τις ώρες
είναι ωραίο να με μισείς, να με βρίζεις να
ακροβατείς
στα ναυάγια των νευροκυττάρων μου
ξέρεις
πώς όλα ήταν ωραία πριν εξαφανιστούν
πώς τίποτα δεν μεταβάλλεται
στη γαμημένη ζωή μας
το μόνο που αλλάζει θέση είναι ο λεπτοδείκτης
και γουστάρεις τη μέρα που όλα θα είναι μπλε
γουστάρεις να με δεις να σου μαγειρεύω γυμνή
και να υπογράφω την καταδίκη μας
με γκρίζα μάτια
και δολοφονημένους μαστούς.

Πέμπτη 4 Οκτωβρίου 2012

"kafka"


Έχω μια ανίατη αρρώστια
στην ντουλάπα μου κλεισμένη
μια μοναξιά
που μες στη δόξα της
γυμνή σε περιμένει
κι έχω μια τρύπα στο κεφάλι
για να βλέπω
ό,τι βλέπουνε και οι άλλοι
φώτιση
βγαλμένη απ’ το σκοτάδι
κι είναι η ανάγκη που με τρέφει μια ζάλη
ακόμα κι απ’ τη τρέλα
του παράλογου του λόγου
πιο μεγάλη
κι είναι οι κραυγές τους κάθε βράδυ
νανούρισμα στ’ αυτιά μου
αγωνία στα όνειρά μου
για ένα χάδι
φώτιση
βγαλμένη απ’ το σκοτάδι

Δευτέρα 1 Οκτωβρίου 2012

δαμάζοντας θύελλες

αυτοκτονικά σχεδόν
χαιδεύω τους γλουτούς σου
και πίσω μου καράβια
παραπατώ σ' ένα κενό αδιανόητο
επαναλαμβάνω
τον άπειρο κι άγνωστο φόβο
των άπειρων κι άγνωστων σκοταδιών
που κουβαλάω