χιλιάδες χαρτιά ανέσεναν
στο αυτί του ποιητή
η ώρα εχε περάσει
έπρεπε να τελειώνει με αυτό
"λοιπόν" τους είπε με φωνη
βραχνή και κάπως αγριεμένη
"θα γίνει απόψε, σε μερικά λεπτά
θα καήτε"
"είστε
χρόνια που λαχτάρησα
και δεν ήρθαν"
"είστε
μια χούφτα στιγμές
που δεν συνέβησαν ποτέ"
"είστε μερικοί
κουρνιασμένοι φόβοι
στο σβέρκο μου"
"είστε άνθρωποι
που πέθαναν καιρό
και που προσπάθησα, μάταια,
να αναστήσω"
"είστε χαμένα λόγια
λόγια ζωής, λόγια φθοράς
λόγια απελπισμένα"
"πάνω στη φουρτούνα
γεννηθήκατε νόθα, μπάσταδρα
που δεν σας αναγνώρισα ποτέ
που ποτέ δεν σας δέχτηκα"
τελείωσε το λογύδριο του
και με αργές κινήσεις
πασπάτεψε λίγο τα φύλλα
τα χάιδεψε.
όσα συνέβησαν
από κει και ύστερα
ήταν ψέμα.
ο ίδιος γέλασε πολύ
κατόπιν παραδέχτηκε
πώς τίποτα δεν μπορεί να τελειώσει
μπορεί όμως να λιώσει
σαν να μην ήταν
ποτέ τίποτα.
ΥΓ. και λοιπά, και λοιπά
Τρίτη 29 Νοεμβρίου 2011
Τετάρτη 23 Νοεμβρίου 2011
διαστροφικές σκάλες
διαστροφικές σκάλες προχωρούν στο τέρμα ενώ
οι κούφιοι βιάζουν τους έρωτες με αρκουδάκια
οι τρομαγμένοι γιορτάζουν μια στιβάδα ερείπια
οι χαλασμένοι τρέμουν στο γκαζόν τις προσμονής
οι πεζοί πέφτουν απ' το χάρτη στην άλλη διάσταση
οι σαδιστές φωτογραφίζουν τα μαχαίρια στη σειρά
οι ανεγκέφαλοι αλλάζουν χρώμα μαλλιών,
-η ποιότητα μυαλών δεν είναι στη μόδα-
η ιστορία αιωρείται στις αίθουσες της αγάπης και της μάθησης
τα λεφτά δείχνουν τη μετριοφροσύνη τους
οι όμορφοι ανεμίζουν στα κατάρτια λόγχων
ακάθεκτοι, αισιόδοξοι και ανανεωμένοι
τι άλλο θα δούμε
τι άλλο θ' ακούσουμε
αναμενόμενες επιταγές
το τέρμα αργεί
ο χρόνος εκβιάζει
ο χάρος παίρνει φακελάκια
τα πάντα σπρώχνουν
τα πάντα κυλάνε
προς το μέρος μας.
οι κούφιοι βιάζουν τους έρωτες με αρκουδάκια
οι τρομαγμένοι γιορτάζουν μια στιβάδα ερείπια
οι χαλασμένοι τρέμουν στο γκαζόν τις προσμονής
οι πεζοί πέφτουν απ' το χάρτη στην άλλη διάσταση
οι σαδιστές φωτογραφίζουν τα μαχαίρια στη σειρά
οι ανεγκέφαλοι αλλάζουν χρώμα μαλλιών,
-η ποιότητα μυαλών δεν είναι στη μόδα-
η ιστορία αιωρείται στις αίθουσες της αγάπης και της μάθησης
τα λεφτά δείχνουν τη μετριοφροσύνη τους
οι όμορφοι ανεμίζουν στα κατάρτια λόγχων
ακάθεκτοι, αισιόδοξοι και ανανεωμένοι
τι άλλο θα δούμε
τι άλλο θ' ακούσουμε
αναμενόμενες επιταγές
το τέρμα αργεί
ο χρόνος εκβιάζει
ο χάρος παίρνει φακελάκια
τα πάντα σπρώχνουν
τα πάντα κυλάνε
προς το μέρος μας.
Κυριακή 20 Νοεμβρίου 2011
καταδίκη
κατά μήκος της ακτής
δυο στενά δίπλα απ' το όνειρο
χαραμάδες αδειάσανε
ήπιανε όλες τις τεκίλες
χορέψανε μ' ένα μαντήλι στο μέτωπο
οι πλεξούδες της τους έδεσαν
το γέλιο του τους καταδίκασε
στη φυγή.
δυο στενά δίπλα απ' το όνειρο
χαραμάδες αδειάσανε
ήπιανε όλες τις τεκίλες
χορέψανε μ' ένα μαντήλι στο μέτωπο
οι πλεξούδες της τους έδεσαν
το γέλιο του τους καταδίκασε
στη φυγή.
Σάββατο 19 Νοεμβρίου 2011
τρύπιες τσέπες
οι γνωστές αλήθειες που δεν σοκάρουν πια κανέναν
είναι οι στίχοι, που βαρεθήκαμε να βλέπουμε
από ένα λάθος γεννήθηκε ότι πιο όμορφο
από τη σκόνη έπεσε φως κι αναστηθήκαμε
δεν τρέφω αυταπάτες, τουλάχιστον σε αυτό:
η ποίηση δεν μπορεί να αλλάξει τον κόσμο
η ποίηση όμως μπορεί να αλλάξει εμάς που ενυπάρχουμε
τα λόγια δεν είναι ονειροπαγίδες, αλλά γραπώνουν τις στιγμές
με απόχες και τις ξεφλουδίζουν αργά
καμιά φορά αποτυχημένα, μα μες την αποτυχία αυτή
κρύβεται ίσως το θείο δώρο
την ασχήμια μου θέλησα να κάνω μελωδία
για όσους νιώθουν την ανάγκη να ακούσουν
να ξεφλουδίσω όσο μπορώ την ευτυχία, την αλήθεια
δεν έχει σημασία αν λυτρώθηκα
εγώ μπορεί και να πεθάνω γεμάτη ενοχές για μενα
με αγκάθια σφηνωμένα βαθιά σαν ρίζες δικές μου
να με τυρανάνε χωρίς έλεος
δεν είναι όμως αυτό απαισιοδοξία, ούτε εγωισμός
ίσως και να χει μια δόση απ' τον Νάρκισσο
μα κάτι με σπρώχνει να δω πέρα απ' αυτό, να δω ορίζοντα
έναν ορίζοντα, τόσο δικό μου, και συνάμα τόσο παγκόσμιο
είναι η ανάγκη που μας τρέφει, η ανάγκη
να μπορούμε να κλαίμε, όχι από μιζέρια
μα από συναίσθηση του ευατού μας, της φύσης μας
να ανατριχιάζουμε ακόμα με εκατομύριες ιστορίες
που ανθίζουν στο χώμα, με όλα αυτά που δεν μπορούμε να πούμε
με ένα θρόσιμα, ένα στενό στα περίχωρα, μια εικόνα
να πονάμε, όχι για να πονέσουμε
μα για να ζήσουμε τη ζωή απ' την αρχή, να ξεφλουδίσουμε
ό,τι χαλασμένο πέφτει απ' την ανθρώπινή μας ψυχή
να χαράξουμε το παρόν μας με φωνές που τρέμουν, μα αντηχούν
με λαρυγγισμούς που δείχνουν το αύριο σαν ουρλιαχτό
το μετά σαν ίσκιο του αιωνίου
οι λέξεις, είναι τόσο αδύναμες, από μόνες τους
τις έχουμε στην τσέπη, δεν σοκάρουν κανέναν.
Πόσοι όμως καινούριοι κόσμοι ανοίγονται,
σε μια τέταρτη διάσταση
ζουν δίπλα μας, κι εμείς τους χάνουμε,
φεύγουν απ' τα μπατζάκια μας, σκορπίζουν στον αιθέρα
μυρίζει η πλάση καμένο χώμα
έρημοι μέσα στους έρημους, κι ολα γυρίζουν διαστροφικά
ανελέητα, και κυκλώνουν το Τίποτα.
ταφ ταφ ταφ ταφ τρύπιες τσέπες του τιποτα λοιπόν, έφυγε κι αυτή η ανάρτηση
λίγο ατημέλητη, λίγο ασθενική, λίγο αλλοπαρμένη, λίγο ρομαντική
έφυγε απ' τα χέρια μου, θα θελα να μαι πιο κυνική με τις λέξεις
μα είπαμε είναι αδύναμες, δεν τους θυμώνω,
μπορούν όμως να γίνουν τόσο απέραντες αν τις απλώσεις,
σκαλοπάτια για μια άλλη ζωή,
ζήστε την πριν κοπάσουν οι άνεμοι.
είναι οι στίχοι, που βαρεθήκαμε να βλέπουμε
από ένα λάθος γεννήθηκε ότι πιο όμορφο
από τη σκόνη έπεσε φως κι αναστηθήκαμε
δεν τρέφω αυταπάτες, τουλάχιστον σε αυτό:
η ποίηση δεν μπορεί να αλλάξει τον κόσμο
η ποίηση όμως μπορεί να αλλάξει εμάς που ενυπάρχουμε
τα λόγια δεν είναι ονειροπαγίδες, αλλά γραπώνουν τις στιγμές
με απόχες και τις ξεφλουδίζουν αργά
καμιά φορά αποτυχημένα, μα μες την αποτυχία αυτή
κρύβεται ίσως το θείο δώρο
την ασχήμια μου θέλησα να κάνω μελωδία
για όσους νιώθουν την ανάγκη να ακούσουν
να ξεφλουδίσω όσο μπορώ την ευτυχία, την αλήθεια
δεν έχει σημασία αν λυτρώθηκα
εγώ μπορεί και να πεθάνω γεμάτη ενοχές για μενα
με αγκάθια σφηνωμένα βαθιά σαν ρίζες δικές μου
να με τυρανάνε χωρίς έλεος
δεν είναι όμως αυτό απαισιοδοξία, ούτε εγωισμός
ίσως και να χει μια δόση απ' τον Νάρκισσο
μα κάτι με σπρώχνει να δω πέρα απ' αυτό, να δω ορίζοντα
έναν ορίζοντα, τόσο δικό μου, και συνάμα τόσο παγκόσμιο
είναι η ανάγκη που μας τρέφει, η ανάγκη
να μπορούμε να κλαίμε, όχι από μιζέρια
μα από συναίσθηση του ευατού μας, της φύσης μας
να ανατριχιάζουμε ακόμα με εκατομύριες ιστορίες
που ανθίζουν στο χώμα, με όλα αυτά που δεν μπορούμε να πούμε
με ένα θρόσιμα, ένα στενό στα περίχωρα, μια εικόνα
να πονάμε, όχι για να πονέσουμε
μα για να ζήσουμε τη ζωή απ' την αρχή, να ξεφλουδίσουμε
ό,τι χαλασμένο πέφτει απ' την ανθρώπινή μας ψυχή
να χαράξουμε το παρόν μας με φωνές που τρέμουν, μα αντηχούν
με λαρυγγισμούς που δείχνουν το αύριο σαν ουρλιαχτό
το μετά σαν ίσκιο του αιωνίου
οι λέξεις, είναι τόσο αδύναμες, από μόνες τους
τις έχουμε στην τσέπη, δεν σοκάρουν κανέναν.
Πόσοι όμως καινούριοι κόσμοι ανοίγονται,
σε μια τέταρτη διάσταση
ζουν δίπλα μας, κι εμείς τους χάνουμε,
φεύγουν απ' τα μπατζάκια μας, σκορπίζουν στον αιθέρα
μυρίζει η πλάση καμένο χώμα
έρημοι μέσα στους έρημους, κι ολα γυρίζουν διαστροφικά
ανελέητα, και κυκλώνουν το Τίποτα.
ταφ ταφ ταφ ταφ τρύπιες τσέπες του τιποτα λοιπόν, έφυγε κι αυτή η ανάρτηση
λίγο ατημέλητη, λίγο ασθενική, λίγο αλλοπαρμένη, λίγο ρομαντική
έφυγε απ' τα χέρια μου, θα θελα να μαι πιο κυνική με τις λέξεις
μα είπαμε είναι αδύναμες, δεν τους θυμώνω,
μπορούν όμως να γίνουν τόσο απέραντες αν τις απλώσεις,
σκαλοπάτια για μια άλλη ζωή,
ζήστε την πριν κοπάσουν οι άνεμοι.
Παρασκευή 18 Νοεμβρίου 2011
μεταδοτικόν
μια λέξη - φραγή, ιερή τύφλωση
στο μυαλό, οι άνθρωποι ερωτεύτηκαν
οι άνθρωποι ερωτεύτηκαν και χάθηκαν
γιατί ερωτεύτηκαν οι άνθρωποι;
δάκτυλα ανήσυχα στο κομοδίνο
ψαχουλεύουν στο σκοτάδι χαρτομάντηλο
έκλαψαν ή έχυσαν
δεν έχει σημασία
μια λέξη ιερή -μια λέξη φραγή
πάντα θα λεηλατούνται
οι πύλες μας
πάντα θα φαντάζουν τρομερά το ξόρκια
όμως
δεν είμαστε παρά μόνο λέξεις
και ζούμε ψαχουλεύοντας νοήματα
μέσα μας.
στο μυαλό, οι άνθρωποι ερωτεύτηκαν
οι άνθρωποι ερωτεύτηκαν και χάθηκαν
γιατί ερωτεύτηκαν οι άνθρωποι;
δάκτυλα ανήσυχα στο κομοδίνο
ψαχουλεύουν στο σκοτάδι χαρτομάντηλο
έκλαψαν ή έχυσαν
δεν έχει σημασία
μια λέξη ιερή -μια λέξη φραγή
πάντα θα λεηλατούνται
οι πύλες μας
πάντα θα φαντάζουν τρομερά το ξόρκια
όμως
δεν είμαστε παρά μόνο λέξεις
και ζούμε ψαχουλεύοντας νοήματα
μέσα μας.
Τρίτη 15 Νοεμβρίου 2011
ενώ λοιπόν είμαι άρχοντας / κι είμαι φτιαγμένος για τη διασκέδαση / η φύση με βάρυνε με τη μοίρα / να σκέφτομαι δραματικά / να μην ελευθερώνομαι ποτέ από κάτι που κάνω / και αιώνια να δίνω λόγο για τις πράξεις μου / στην ανάγκη και μόνον αυτό / κάνει έναν άνθρωπο άνθρωπο / και μονάχα αυτές οι μαύρες σκέψεις / κάνουν αυτή την τάξη που ανήκω / αθάνατη.
Νίκος Παναγιωτόπουλος
Νίκος Παναγιωτόπουλος
Δευτέρα 14 Νοεμβρίου 2011
ποίηση
ποίηση είναι
να τυπώνεις τον εαυτό σου
σε χιλιάδες φωτοαντίγραφα
πάντα θα βγαίνει κάτι λάθος
θα ξανατρυπήσεις την ψυχή σου
θα ξαναβγεί το αίμα στο χαρτί
ποτέ όμως δεν θα βγει
το κατράμι ατόφιο
πάντα σε συσκευασία
δώρου θα διανέμεται.
να τυπώνεις τον εαυτό σου
σε χιλιάδες φωτοαντίγραφα
πάντα θα βγαίνει κάτι λάθος
θα ξανατρυπήσεις την ψυχή σου
θα ξαναβγεί το αίμα στο χαρτί
ποτέ όμως δεν θα βγει
το κατράμι ατόφιο
πάντα σε συσκευασία
δώρου θα διανέμεται.
Κυριακή 13 Νοεμβρίου 2011
πνεύματα στους πνεύμονες
κάποιοι περπατάνε μέσα, τους ακούς;
λένε ένα ένα τα λόγια με προσοχή
σχίζουν ο ένας του άλλου τις ψυχές
και τις πετούν πιο μέσα με γάντια μιας χρήσης
ακους; τα πόδια τους στη σπλήνα
σα μικροί φραγμοί που προέκυψαν από λογάριθμο
μιας χρήσης, μιας ζωής.
"δεν ανακαλύφθηκα ακόμη"
κι εσύ ακροβατείς τώρα στα ανεμόπιαστα
ψάχνεις αιτία για όλα αυτά,
"δεν υπάρχω, τ' ακούς;"
πεισματωμένος να την πείσεις πως ζει κάπου
στον Κόσμο τον ανάποδο
κι έρχονται πάλι τα Πνεύματα
από μια άυλη εικόνα, και φωνάζουν στ' αφτί σου
φωνάζουν τώρα, τους ακούς;
το βήμα τους γίνεται άπιαστο
δεκανίκια αναπνοής.
Δε θα μιλήσω για έρωτες.
Κάποιοι περπάτησαν εδώ, κάποιοι δεν υπήρξαν ποτέ.
Εσύ τους άγγιζες έναν έναν και τους ρώταγες
"Έχει δυο πόδια, δυο χέρια, δυο ρώγες, δυο μάτια. Είδατε κάποια που να της μοιάζει;"
Και το αίνιγμα εξαπλωνόταν στον πλανήτη, όλα τα Οινοπνεύματα ένα ένα περνούσαν, φεύγαν από μπροστά σου, καμία απάντηση.
Γι' αυτό τα αγαπούσες, δείχναν πάντα το άγνωστο, ερωτικά ερωτηματικά
κάτι μες τη ζωή, τα πάντα έξω, κόλαση παντού, φωτιά στους δρόμους.
λένε ένα ένα τα λόγια με προσοχή
σχίζουν ο ένας του άλλου τις ψυχές
και τις πετούν πιο μέσα με γάντια μιας χρήσης
ακους; τα πόδια τους στη σπλήνα
σα μικροί φραγμοί που προέκυψαν από λογάριθμο
μιας χρήσης, μιας ζωής.
"δεν ανακαλύφθηκα ακόμη"
κι εσύ ακροβατείς τώρα στα ανεμόπιαστα
ψάχνεις αιτία για όλα αυτά,
"δεν υπάρχω, τ' ακούς;"
πεισματωμένος να την πείσεις πως ζει κάπου
στον Κόσμο τον ανάποδο
κι έρχονται πάλι τα Πνεύματα
από μια άυλη εικόνα, και φωνάζουν στ' αφτί σου
φωνάζουν τώρα, τους ακούς;
το βήμα τους γίνεται άπιαστο
δεκανίκια αναπνοής.
Δε θα μιλήσω για έρωτες.
Κάποιοι περπάτησαν εδώ, κάποιοι δεν υπήρξαν ποτέ.
Εσύ τους άγγιζες έναν έναν και τους ρώταγες
"Έχει δυο πόδια, δυο χέρια, δυο ρώγες, δυο μάτια. Είδατε κάποια που να της μοιάζει;"
Και το αίνιγμα εξαπλωνόταν στον πλανήτη, όλα τα Οινοπνεύματα ένα ένα περνούσαν, φεύγαν από μπροστά σου, καμία απάντηση.
Γι' αυτό τα αγαπούσες, δείχναν πάντα το άγνωστο, ερωτικά ερωτηματικά
κάτι μες τη ζωή, τα πάντα έξω, κόλαση παντού, φωτιά στους δρόμους.
τόσοι πεινασμένοι στίχοι
τόσοι αγαπημένοι ήχοι
τόσα άγραφα ιερά λόγια
ατόφιων κοιτασμάτων αγάπης
άγραφα
αλλά αγάπης.
τόσοι αγαπημένοι ήχοι
τόσα άγραφα ιερά λόγια
ατόφιων κοιτασμάτων αγάπης
άγραφα
αλλά αγάπης.
Παρασκευή 11 Νοεμβρίου 2011
θηλιά
Ανακυκλώνω την ψυχή μου
σ' ένα γλέντι διαρκείας
υπάρχω στο βράχο
χωρίς υπόσταση
στο τέρμα της πόλης
με μια ιδέα
Αναιρώ τη φύση μου
αρνούμαι, κάνω εμετό, απογυμνώνομαι
γελάτε με τα πεταμένα
εντόσθιά μου
ασχημαίνουν το δρόμο
που θάβετε τις ελπίδες σας
Πάντα θα ακυρώνω
τον εαυτό μου
και θα χαράζω δρόμους απαράβατους
καμία ποίηση
δεν αγαπώ
καμιά ευχή δεν με γλυκαίνει
η ζωή βαμμένη με λέξεις
που μισείτε, που διώχνετε
λέξεις που φθείρουν και φθείρονται
Ανακυκλώνω την ψυχή μου
επιδεικτικά και με πείσμα
σαν λέξη που ξεψυχάει μπροστά
σε χιλιάδες πόδια
που δεν περπάτησαν ποτέ
πάνω στο σχοινί
αλλά ξέρουν να λιώνουν μυρμήγκια
από άποψη
Θ’ αναζητώ συλλαβές που σπάζουν
να φτιάξω χώμα για να θαφτείτε
μέσα μου λιώνουν οι στοές ανομολόγητα
έξω ουρλιάζουνε οι χρόνοι
και αυτός ο απέραντος
χιλιοραμμένος κόσμος σας που βγήκε
από τη στάχτη του Τίποτα
Όχι άλλοι συναισθηματισμοί
ελεηθείτε την ύπαρξή σας!
τα χρόνια δεν τρέφουν συμπόνια
τα χρόνια μας αφήνουν παράλυτους
Περπατώ με μιαν αλήθεια
δεμένη στο σώμα
τη σέρνω από πίσω μ’ ένα σχοινί
με βλέπετε, μα δεν βλέπετε
και τι μ' αυτό;
"τόσα σχοινιά λατρέψαμε
και μείναμε μισοί απ' ό,τι πιστέψαμε"
σ' ένα γλέντι διαρκείας
υπάρχω στο βράχο
χωρίς υπόσταση
στο τέρμα της πόλης
με μια ιδέα
Αναιρώ τη φύση μου
αρνούμαι, κάνω εμετό, απογυμνώνομαι
γελάτε με τα πεταμένα
εντόσθιά μου
ασχημαίνουν το δρόμο
που θάβετε τις ελπίδες σας
Πάντα θα ακυρώνω
τον εαυτό μου
και θα χαράζω δρόμους απαράβατους
καμία ποίηση
δεν αγαπώ
καμιά ευχή δεν με γλυκαίνει
η ζωή βαμμένη με λέξεις
που μισείτε, που διώχνετε
λέξεις που φθείρουν και φθείρονται
Ανακυκλώνω την ψυχή μου
επιδεικτικά και με πείσμα
σαν λέξη που ξεψυχάει μπροστά
σε χιλιάδες πόδια
που δεν περπάτησαν ποτέ
πάνω στο σχοινί
αλλά ξέρουν να λιώνουν μυρμήγκια
από άποψη
Θ’ αναζητώ συλλαβές που σπάζουν
να φτιάξω χώμα για να θαφτείτε
μέσα μου λιώνουν οι στοές ανομολόγητα
έξω ουρλιάζουνε οι χρόνοι
και αυτός ο απέραντος
χιλιοραμμένος κόσμος σας που βγήκε
από τη στάχτη του Τίποτα
Όχι άλλοι συναισθηματισμοί
ελεηθείτε την ύπαρξή σας!
τα χρόνια δεν τρέφουν συμπόνια
τα χρόνια μας αφήνουν παράλυτους
Περπατώ με μιαν αλήθεια
δεμένη στο σώμα
τη σέρνω από πίσω μ’ ένα σχοινί
με βλέπετε, μα δεν βλέπετε
και τι μ' αυτό;
"τόσα σχοινιά λατρέψαμε
και μείναμε μισοί απ' ό,τι πιστέψαμε"
Σάββατο 5 Νοεμβρίου 2011
εραστές
κάποιος ήρθε καβάλα σ' ένα μονόκερο
κι έφυγε κουμπώνοντας το παντελόνι του
ο άλλος έφτασε λαχανιασμένος, σκόνταψε
κι απόκαμε πριν γευτεί, έμεινε με το ταξίδι στο χέρι
εκείνος που δεν άγγιξε τίποτα
εκείνος που άγγιξε τα πάντα νοερά
αυτός που ξεστόμισε λέξεις ιερές
και κάηκε στην κόλαση
καθένας κάπως ανατινάχτηκε
με μια ελπίδα σκόνης
κι έφυγε κουμπώνοντας το παντελόνι του
ο άλλος έφτασε λαχανιασμένος, σκόνταψε
κι απόκαμε πριν γευτεί, έμεινε με το ταξίδι στο χέρι
εκείνος που δεν άγγιξε τίποτα
εκείνος που άγγιξε τα πάντα νοερά
αυτός που ξεστόμισε λέξεις ιερές
και κάηκε στην κόλαση
καθένας κάπως ανατινάχτηκε
με μια ελπίδα σκόνης
Παρασκευή 4 Νοεμβρίου 2011
ο περαστικός (3)
εκεί που μίλαγα αχαλίνωτη για κάποιο χάος
με σταμάτησε και μου ζήτησε ευγενικά να δέσω το κορδόνι μου
"θα πέσετε Δεσποινίς"
με σταμάτησε και μου ζήτησε ευγενικά να δέσω το κορδόνι μου
"θα πέσετε Δεσποινίς"
κάτι που κάποτε ίσως μελοποιηθεί
Λυπήσου τη μητέρα σου
Λυπήσου τη ζωή σου
Κράτα όσα σε βαραίνουνε
Και καν’ τα προσευχή σου
Κράτα παρηγοριά στερνή
Το φως του ιχνηλάτη
Κι αν σου στερέψει η αντοχή
Πάλι θα υπάρχει κάτι
Στις άκρες των δακτύλων σου
Στο κέντρο της αβύσσου
Υπάρχει κάποια σιγαλιά
Που ακούει την κραυγή σου
Μ’ αν ποτέ κλάψει η χαραυγή
για τα δικά σου μάτια
Πριν ξημερώσει τράβηξε
για άλλα μονοπάτια
Λυπήσου τη ζωή σου
Κράτα όσα σε βαραίνουνε
Και καν’ τα προσευχή σου
Κράτα παρηγοριά στερνή
Το φως του ιχνηλάτη
Κι αν σου στερέψει η αντοχή
Πάλι θα υπάρχει κάτι
Στις άκρες των δακτύλων σου
Στο κέντρο της αβύσσου
Υπάρχει κάποια σιγαλιά
Που ακούει την κραυγή σου
Μ’ αν ποτέ κλάψει η χαραυγή
για τα δικά σου μάτια
Πριν ξημερώσει τράβηξε
για άλλα μονοπάτια
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)