ρε
δες με
τι θλιμμένη που είμαι
και πόσο θλιμμένα καπνίζω
αυτό το τσιγάρο
μες τη θλίψη
κοίταζέ με
πόσο θλιμμένα
βάζω τα ακουστικά
του mp3
στα αυτιά μου
και πόσο κενό
και θλιμμένο είναι
το βλέμμα μου!
ρε, κοίταζέ με επίμονα
σαν να είμαι
ότι πιο δικό σου
ότι σε πόνεσε
και σ' έκανε να λυγίσεις
σαν να 'μαι
όλη σου η θλίψη
μαζεμένη σ' ένα γυναικείο σώμα
σαν να μαι εσύ.
ρε
γάμα με όσο
θλιμμένα και οδυνηρά μπορείς
κι αγάπα με
όσο πιο άρρωστα κι απαίσια θέλεις
σκίσε με μες τις νύχτες των ματιών σου
κάνε με σκόνη απόκοσμη
κλείσε με στη θλίψη
στη μιζέρια
και τη μυστήρια μορφή σου
άσε με να ανιχνεύω
κάθε σπιθαμή του
αλλότριου εαυτού σου
να παρατηρώ τις άκρες των
δακτύλων σου
τις ιστορίες σου άσε με να μαντεύω
να σε μαντεύω
και να μαγεύω κάθε κρυφή
σπιθαμή του μυαλού, του κορμιού σου
να μαγειρεύω με σκοτάδι
τα ονειρά σου
τα ουρλιαχτά σου
να αγκαλιάζω
κι όλα όσα αγάπησες
να γίνομαι
φριχτά και πένθιμα
δικιά σου.
ω, δες με
γαμώτο μου
κοίταζέ με
με πόση θλίψη
περιμένω το λεωφορείο
με πόση θλίψη ανεβαίνω στο λεωφορείο
όπου όλοι είναι κόκκινοι
κι αναβοσβήνουν
σα λαμπάκια χαρμόσυνα
μέχρι να εκραγούν
και άπειρα, τα άπειρα
τα τρύπια γράμματα
ποιητές δεν υπάρχουν
ούτε θλιμμένοι ποιητές
ούτε άνθρωποι που είναι θλιμμένοι
ούτε συ, ούτε γω
με καυλώνεις
έτσι όπως στέκεις ανύπαρκτος
σαν δημιούργημα
του πιο αδέξιου φόβου μου
που δεν μ' αφήνει
να σ' αφήσω να με σώσεις
δες με
καύλωσέ με
γάμα με αγαπα με
κατάλαβέ με
νιώσε με
μύρισέ με
σκίσε με
ζωγράφισέ με
φύσα με να βγω
απ' αυτό το βάλτο
ταρακούνησέ με
να ξυπνήσω
απ' αυτή την άνευρη
σιωπή
που μας κυκλώνει σέρνοντας πάνω μας
τα ουρλιαχτά της
διαπέρασέ με
διαμέλισε το χρόνο μέσα μου
πίεσε τα γεννητικά μου όργανα
μάτωσέ με
χωρίς να έχω
κιόλας πεθάνει
σε κοίταζα
που έφευγες
δεν είχα τίποτα να σου δώσω
μόνο σε κοίταζα
κι απόδιωχνα το θάνατο
και πέθαιναν μέσα μου οι λέξεις
μια μια κατέρρεαν
πυροβολούσαν μέσα μου
οι σκιές η μια την άλλη
ανασταίνονταν κροταλίες
ασταμάτητες χαραυγές
απανωτά μερόνυχτα
κυλούσαν οι χρόνοι
έσκουζαν
κι εγώ βαριά σε ήθελα
να σ' έχω, να μη λυπάσαι για τίποτα πια
να κάθεσαι στα πόδια μου
πιο όμορφος απ' όλους τους γρίφους
της γης αυτής
κι αργά
κι ευλαβικά
να σ' ανασταίνω.
δες με
τι θλιμμένη που είμαι
και πόσο θλιμμένα καπνίζω
αυτό το τσιγάρο
μες τη θλίψη
κοίταζέ με
πόσο θλιμμένα
βάζω τα ακουστικά
του mp3
στα αυτιά μου
και πόσο κενό
και θλιμμένο είναι
το βλέμμα μου!
ρε, κοίταζέ με επίμονα
σαν να είμαι
ότι πιο δικό σου
ότι σε πόνεσε
και σ' έκανε να λυγίσεις
σαν να 'μαι
όλη σου η θλίψη
μαζεμένη σ' ένα γυναικείο σώμα
σαν να μαι εσύ.
ρε
γάμα με όσο
θλιμμένα και οδυνηρά μπορείς
κι αγάπα με
όσο πιο άρρωστα κι απαίσια θέλεις
σκίσε με μες τις νύχτες των ματιών σου
κάνε με σκόνη απόκοσμη
κλείσε με στη θλίψη
στη μιζέρια
και τη μυστήρια μορφή σου
άσε με να ανιχνεύω
κάθε σπιθαμή του
αλλότριου εαυτού σου
να παρατηρώ τις άκρες των
δακτύλων σου
τις ιστορίες σου άσε με να μαντεύω
να σε μαντεύω
και να μαγεύω κάθε κρυφή
σπιθαμή του μυαλού, του κορμιού σου
να μαγειρεύω με σκοτάδι
τα ονειρά σου
τα ουρλιαχτά σου
να αγκαλιάζω
κι όλα όσα αγάπησες
να γίνομαι
φριχτά και πένθιμα
δικιά σου.
ω, δες με
γαμώτο μου
κοίταζέ με
με πόση θλίψη
περιμένω το λεωφορείο
με πόση θλίψη ανεβαίνω στο λεωφορείο
όπου όλοι είναι κόκκινοι
κι αναβοσβήνουν
σα λαμπάκια χαρμόσυνα
μέχρι να εκραγούν
και άπειρα, τα άπειρα
τα τρύπια γράμματα
ποιητές δεν υπάρχουν
ούτε θλιμμένοι ποιητές
ούτε άνθρωποι που είναι θλιμμένοι
ούτε συ, ούτε γω
με καυλώνεις
έτσι όπως στέκεις ανύπαρκτος
σαν δημιούργημα
του πιο αδέξιου φόβου μου
που δεν μ' αφήνει
να σ' αφήσω να με σώσεις
δες με
καύλωσέ με
γάμα με αγαπα με
κατάλαβέ με
νιώσε με
μύρισέ με
σκίσε με
ζωγράφισέ με
φύσα με να βγω
απ' αυτό το βάλτο
ταρακούνησέ με
να ξυπνήσω
απ' αυτή την άνευρη
σιωπή
που μας κυκλώνει σέρνοντας πάνω μας
τα ουρλιαχτά της
διαπέρασέ με
διαμέλισε το χρόνο μέσα μου
πίεσε τα γεννητικά μου όργανα
μάτωσέ με
χωρίς να έχω
κιόλας πεθάνει
σε κοίταζα
που έφευγες
δεν είχα τίποτα να σου δώσω
μόνο σε κοίταζα
κι απόδιωχνα το θάνατο
και πέθαιναν μέσα μου οι λέξεις
μια μια κατέρρεαν
πυροβολούσαν μέσα μου
οι σκιές η μια την άλλη
ανασταίνονταν κροταλίες
ασταμάτητες χαραυγές
απανωτά μερόνυχτα
κυλούσαν οι χρόνοι
έσκουζαν
κι εγώ βαριά σε ήθελα
να σ' έχω, να μη λυπάσαι για τίποτα πια
να κάθεσαι στα πόδια μου
πιο όμορφος απ' όλους τους γρίφους
της γης αυτής
κι αργά
κι ευλαβικά
να σ' ανασταίνω.
ένα παραμύθι για σένα: http://www.youtube.com/watch?v=9H9agoo-vlc
ΑπάντησηΔιαγραφή