Κουράστηκες να ακούς μακρόσυρτες ευχές,
μικρές σποραδικές βροχές, να κυνηγάς εχθρούς
Και θες να ονειρευτείς, ξανά να ερωτευτείς
να σ' αγκαλιάσουν σαν σε βρουν οι άγνωστοι της γης
Στο παραμύθι αυτό νεράιδες δεν υπάρχουν
κι οι ήρωες που θα ΄ρθουν θα σ' έχουν για νεκρό
Και σαν θα κοιμηθείς σφιχτά θα σ' αγκαλιάσω
για σένα θα τρομάξω τους αγνωστους της γης...
Απ' την κραιπάλη που με πλάκωσε βαρειά,
παράλυτος μ' εκφυλισμένα μάτια,
ποιος θά 'ρθει να με ελευθερώσει μια νυχτιά;
Οραματίζομαι συχνά μιαν ύπαρξη
μια κόρη με τα κάλλη τα περίσσια
που θα με φέρει στην αλήθεια, ίσια
που θα με βγάλει απ' τον έκλυτό μου βίο...
Αντίο...
Θα βρω μια θεία ξεκούραση στα χέρια της,
και στο κορμί μου θ' απλωθεί αθάνατος
βαρύς και μελαγχολικός ο θάνατος.
Ω, τι γλυκά που ζει κανείς στο πέλαγος
των αναμνήσεων, έξω των ορίων
των γνώριμών μας των περιθωρίων
που κυβερνούν εχθροί και φίλοι-πίθηκοι,
ανήθικοι,
στο βάθος βυθισμένοι των οργίων...
Μέσα στην αγκαλιά σου, με κατάνυξη
βλέπω δειλά να μου χαμογελάς σαν άνοιξη
γεμάτη ανθούς και μύρα στολισμένη
Αγαπημένη...
Γύρε σιμά, έλα κοντά και δως μου το χεράκι σου
να τ' ακουμπήσω λίγο στην καρδιά μου
Απ' την κραιπάλη που με πλάκωσε βαρειά
και που στεγνά τη φθείρει τη Ζωή μου
εσύ θα ' ρθείς, Θεά μου εξωτικιά
να σώσεις τη χαμένη ύπαρξή μου
Η απόλαυσή σου έντονη σα βέλος
ας έρθει να μου δώσει ένα τέλος.
μικρές σποραδικές βροχές, να κυνηγάς εχθρούς
Και θες να ονειρευτείς, ξανά να ερωτευτείς
να σ' αγκαλιάσουν σαν σε βρουν οι άγνωστοι της γης
Στο παραμύθι αυτό νεράιδες δεν υπάρχουν
κι οι ήρωες που θα ΄ρθουν θα σ' έχουν για νεκρό
Και σαν θα κοιμηθείς σφιχτά θα σ' αγκαλιάσω
για σένα θα τρομάξω τους αγνωστους της γης...
Απ' την κραιπάλη που με πλάκωσε βαρειά,
παράλυτος μ' εκφυλισμένα μάτια,
ποιος θά 'ρθει να με ελευθερώσει μια νυχτιά;
Οραματίζομαι συχνά μιαν ύπαρξη
μια κόρη με τα κάλλη τα περίσσια
που θα με φέρει στην αλήθεια, ίσια
που θα με βγάλει απ' τον έκλυτό μου βίο...
Αντίο...
Θα βρω μια θεία ξεκούραση στα χέρια της,
και στο κορμί μου θ' απλωθεί αθάνατος
βαρύς και μελαγχολικός ο θάνατος.
Ω, τι γλυκά που ζει κανείς στο πέλαγος
των αναμνήσεων, έξω των ορίων
των γνώριμών μας των περιθωρίων
που κυβερνούν εχθροί και φίλοι-πίθηκοι,
ανήθικοι,
στο βάθος βυθισμένοι των οργίων...
Μέσα στην αγκαλιά σου, με κατάνυξη
βλέπω δειλά να μου χαμογελάς σαν άνοιξη
γεμάτη ανθούς και μύρα στολισμένη
Αγαπημένη...
Γύρε σιμά, έλα κοντά και δως μου το χεράκι σου
να τ' ακουμπήσω λίγο στην καρδιά μου
Απ' την κραιπάλη που με πλάκωσε βαρειά
και που στεγνά τη φθείρει τη Ζωή μου
εσύ θα ' ρθείς, Θεά μου εξωτικιά
να σώσεις τη χαμένη ύπαρξή μου
Η απόλαυσή σου έντονη σα βέλος
ας έρθει να μου δώσει ένα τέλος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου