είναι όπως
οι χαμένοι ποιητές και
τα χαμένα, σοβαρά τους ποιήματα
είναι όπως οι φυάλες, τα αναλγητικά
είναι σαν τα πεταμένα εντόσθια
του σκύλου στους δρόμους
και τις σαπισμένες αιμοσφαιρίνες
εγώ τους μιλάω πού και πού
τους περιμένω στο υπόγειο γλέντι μου
φοράω τα καλά μου ρούχα, τα μαβιά
και έχω μια άσπρη διάφανη ανεμώνη
να μυρίζω αναμένοντας, τις κρύες ανατριχίλες τους.
ξέρω πως δεν θα ΄ρθουν
μα εγώ τους περιμένω
με παγωμένα χέρια και μαλλιά ανάκατα
χλομά περιστρεφόμενα πρόσωπα
επαναστατημένα κι άσχημα κορμιά
κατεργασμένα
λαμπιρίζουν, ξεφυσούν, κι αναγουλιάζουν
προσκυνούν το αύριο - ως αύριο να αντηχούν
να ξεμακραίνουν
ερπετά, εκτάσεις απονευρωμένες
από γη, άνθρωποι φτιαγμένοι από γρανίτη
βιαστικοί και φιλάσθενοι
νωχελικοί
και μόνιμα μανταλωμένοι στα μπράτσα μου
σα νυχτερίδες.
τους περιμένω
όπως ο χειμώνας τις πυρκαγιές
όπως η γη τους πλανήτες
πώς ζουν χωρίς εμένα
κι εγώ νιώθοντας πως υπάρχουν;
ξέρω πως δεν θα 'ρθουν
μα έχω ετοιμάσει το τραπέζι
έχω βαφεί, έχω στολιστεί
και μια φορά αναπάντεχα
οι άγνωστοι φίλοι θα διαβούν
θα περπατούν βουβά και υπερήφανα
δίπλα μου θα καθίσουν
και θα με δουν
πώς ανατέλλω
πώς βαραίνω
και πώς χάνομαι.
οι χαμένοι ποιητές και
τα χαμένα, σοβαρά τους ποιήματα
είναι όπως οι φυάλες, τα αναλγητικά
είναι σαν τα πεταμένα εντόσθια
του σκύλου στους δρόμους
και τις σαπισμένες αιμοσφαιρίνες
εγώ τους μιλάω πού και πού
τους περιμένω στο υπόγειο γλέντι μου
φοράω τα καλά μου ρούχα, τα μαβιά
και έχω μια άσπρη διάφανη ανεμώνη
να μυρίζω αναμένοντας, τις κρύες ανατριχίλες τους.
ξέρω πως δεν θα ΄ρθουν
μα εγώ τους περιμένω
με παγωμένα χέρια και μαλλιά ανάκατα
χλομά περιστρεφόμενα πρόσωπα
επαναστατημένα κι άσχημα κορμιά
κατεργασμένα
λαμπιρίζουν, ξεφυσούν, κι αναγουλιάζουν
προσκυνούν το αύριο - ως αύριο να αντηχούν
να ξεμακραίνουν
ερπετά, εκτάσεις απονευρωμένες
από γη, άνθρωποι φτιαγμένοι από γρανίτη
βιαστικοί και φιλάσθενοι
νωχελικοί
και μόνιμα μανταλωμένοι στα μπράτσα μου
σα νυχτερίδες.
τους περιμένω
όπως ο χειμώνας τις πυρκαγιές
όπως η γη τους πλανήτες
πώς ζουν χωρίς εμένα
κι εγώ νιώθοντας πως υπάρχουν;
ξέρω πως δεν θα 'ρθουν
μα έχω ετοιμάσει το τραπέζι
έχω βαφεί, έχω στολιστεί
και μια φορά αναπάντεχα
οι άγνωστοι φίλοι θα διαβούν
θα περπατούν βουβά και υπερήφανα
δίπλα μου θα καθίσουν
και θα με δουν
πώς ανατέλλω
πώς βαραίνω
και πώς χάνομαι.