αφού σιχάθηκα
και απομυθοποίησα
όλες τις ποιητικές λέξεις
σκέφτηκα πώς μπορώ να φτιάξω
μια αδέσμευτη ποίηση
μακριά απ' τον κόσμο
που να μην μπορεί κανείς
να την καταλάβει
κι ωστόσο να παραμένει
αναλλοίωτη στο χρόνο
προκλητική κι απάνθρωπη
εμμονική κι ασύμβατη
κι οι άνθρωποι να την λατρέψουν.
τόσο βαθιά ποιητική αυτή
η ποίηση του νου μου
που θα ξεσπάει απρόοπτα πάνω
στα μούτρα των ανθρώπων
θα τσαλακώνει τις περίτεχνες
αηδιαστικές τους φάτσες
θα ξεσκίζει απάνω κι από μέσα τους
τις σάρκες θα τους βγάζει
θα ξεκοιλιάζει αυτά που πίστεψαν
πως θα τους σώσουν
ιδεολογίες και βεβαιότητες
θα κατακρεουργεί
τόσο γλυκιές αλήθειες
θα ξεθάβει μέσα απ' τα μελίγγια τους
έκσταση και παραλογισμό θα προκαλεί
έννοιες που δεν ορίστηκαν ποτέ
φύση διαστρεβλωμένη
φθισική
δεν θα χαρίζει ανάπαυση
κανένα βήμα πίσω
θα οδηγεί ίσια μπροστά στο άγνωστο
μέχρι να φτάσει ο άνθρωπος
στην πρώτη άγρια γη
και κάπου ο άνθρωπος
θα αναγεννηθεί ατόφιος βράζοντας
θα κρόζει θάνατο και τρέλα
θα προχωρά με βήμα στέρεο
κι ο ίσκιος του
μυρίζοντας το χώμα σαν απ την αρχή
τα πάντα δύσκολα τα κέρδισε
και γδύθηκε και ηττήθηκε
για να δει ακέραιος
το άγριο χάραμα
ξανά με μάτια ολάνοιχτα
στιλπνά
γιορτάζοντας τον ερχομό του
απ το βορά
ολόκληρος
ίσως να μη γραφτούν ποτέ
αυτά τα ποίηματα
που θα αναστήσουν το θεό
το χαμένο θηρίο θεό
δεν θα γραφτούν ποτέ
γιατί δεν θα χαν λέξεις ανθρώπινες
ούτε φωνή ανθρώπου θα μπορούσε
να διαβάσει
ξέρω πως
τα παιχνίδια επινοήθηκαν
για να χουμε κάτι
να επινοούμε
γελάστε ανέλπιδα
ξανά
και μη σοβαρευτείτε
ξέρω πως
τίποτα
πιο μαύρο
και πιο βρώμικο
δεν έχει αυτός ο κόσμος
από την κόλαση
του ανθρώπινου μυαλού
και απομυθοποίησα
όλες τις ποιητικές λέξεις
σκέφτηκα πώς μπορώ να φτιάξω
μια αδέσμευτη ποίηση
μακριά απ' τον κόσμο
που να μην μπορεί κανείς
να την καταλάβει
κι ωστόσο να παραμένει
αναλλοίωτη στο χρόνο
προκλητική κι απάνθρωπη
εμμονική κι ασύμβατη
κι οι άνθρωποι να την λατρέψουν.
τόσο βαθιά ποιητική αυτή
η ποίηση του νου μου
που θα ξεσπάει απρόοπτα πάνω
στα μούτρα των ανθρώπων
θα τσαλακώνει τις περίτεχνες
αηδιαστικές τους φάτσες
θα ξεσκίζει απάνω κι από μέσα τους
τις σάρκες θα τους βγάζει
θα ξεκοιλιάζει αυτά που πίστεψαν
πως θα τους σώσουν
ιδεολογίες και βεβαιότητες
θα κατακρεουργεί
τόσο γλυκιές αλήθειες
θα ξεθάβει μέσα απ' τα μελίγγια τους
έκσταση και παραλογισμό θα προκαλεί
έννοιες που δεν ορίστηκαν ποτέ
φύση διαστρεβλωμένη
φθισική
δεν θα χαρίζει ανάπαυση
κανένα βήμα πίσω
θα οδηγεί ίσια μπροστά στο άγνωστο
μέχρι να φτάσει ο άνθρωπος
στην πρώτη άγρια γη
και κάπου ο άνθρωπος
θα αναγεννηθεί ατόφιος βράζοντας
θα κρόζει θάνατο και τρέλα
θα προχωρά με βήμα στέρεο
κι ο ίσκιος του
μυρίζοντας το χώμα σαν απ την αρχή
τα πάντα δύσκολα τα κέρδισε
και γδύθηκε και ηττήθηκε
για να δει ακέραιος
το άγριο χάραμα
ξανά με μάτια ολάνοιχτα
στιλπνά
γιορτάζοντας τον ερχομό του
απ το βορά
ολόκληρος
ίσως να μη γραφτούν ποτέ
αυτά τα ποίηματα
που θα αναστήσουν το θεό
το χαμένο θηρίο θεό
δεν θα γραφτούν ποτέ
γιατί δεν θα χαν λέξεις ανθρώπινες
ούτε φωνή ανθρώπου θα μπορούσε
να διαβάσει
ξέρω πως
τα παιχνίδια επινοήθηκαν
για να χουμε κάτι
να επινοούμε
γελάστε ανέλπιδα
ξανά
και μη σοβαρευτείτε
ξέρω πως
τίποτα
πιο μαύρο
και πιο βρώμικο
δεν έχει αυτός ο κόσμος
από την κόλαση
του ανθρώπινου μυαλού