Όταν θα'ρθείς να με ξεθάψεις απ'τις στάχτες
και διώξεις από πάνω μου όλη τη σκουριά
και ξαναβάλεις τις ρόδες μου σε ράγες
και εγώ αχίσω να κυλάω ξανά
Τότε οι λύπες θα με ψάχνουν
και άνεργες θα θρηνούν
Θα πέφτουν μανιασμένες οι βροχές
και θα ρωτούν
Τι έγινε εκείνο το τρένο που έβλεπε
τα άλλα τρένα να περνούν...
Δευτέρα 30 Απριλίου 2012
Τρίτη 24 Απριλίου 2012
ψυχανθός
Γύριζε στους δρόμους ο τρελός λαγός
γύριζε στους δρόμους
ξέφευγε απ' τα σύρματα ο τρελός λαγός
έπεφτε στις λάσπες
Φέγγαν τα χαράματα ο τρελός λαγός
άνοιγε η νύχτα
στάζαν αίμα οι καρδιές ο τρελός λαγός
έφεγγε ο κόσμος
Bούρκωναν τα μάτια του ο τρελός λαγός
πρήσκονταν η γλώσσα
βόγγαε μαύρο έντομο ο τρελός λαγός
θάνατος στο στόμα
Μίλτος Σαχτούρης
γύριζε στους δρόμους
ξέφευγε απ' τα σύρματα ο τρελός λαγός
έπεφτε στις λάσπες
Φέγγαν τα χαράματα ο τρελός λαγός
άνοιγε η νύχτα
στάζαν αίμα οι καρδιές ο τρελός λαγός
έφεγγε ο κόσμος
Bούρκωναν τα μάτια του ο τρελός λαγός
πρήσκονταν η γλώσσα
βόγγαε μαύρο έντομο ο τρελός λαγός
θάνατος στο στόμα
Μίλτος Σαχτούρης
(Ι)
τα λεωφορεία
και λίγος θάνατος
για κείνους που ξοδεύτηκαν άσκοπα
μακριά απ' όλους
που δεν τους έφτασε τίποτα
για κείνους που απ τους λιγμούς τους
ξεχύλιζαν ιστορίες για λύκους
για όλα αυτά που νοστάλγησαν
σ' ένα σκουπιδοτενεκέ
που χιμήξαν να κατασπαράξουν
οι αιώνες.
(ΙΙ)
οι δύσεκτοι χρόνοι
οι πιο δύσκολοι
και λίγος θάνατος
στο στόμα του λαγού
ή του Σαχτούρη
στα χέρια του ποιητή
στην αίθουσα προσμονής
εισητήρια ονείρων για όσους πληρώνουν
για όσους ελπίζουν
ελπίδες και ενοχές αναπήρων
για όσα δεν μπόρεσαν να υπάρξουν
ασθενικούς ψυχανθούς
που δεν κλαδεύτηκαν σωστά
ή στην ώρα τους
τρόποι να έχω
τρόποι να πεθαίνω
και να γλείφω το σαράκι απ' τη σάρκα σου
για να σου δείξω πως δεν αξίζει
δεν αξίζει να ζητάς ζωή εφεδρική
για λίγες ηδονικές λέξεις
για κάτι που δεν γράφτηκε
κι ούτε που θα μπορέσει
ποτέ να γραφτεί.
(ΙΙΙ)
οι εφηβικές μέρες
μέσα από κάκτους μολυσμένους
αιώνια συνδιαλλαγή με το εφήμερο
κάπως να οριστεί να μην ξαναυπάρξουμε
να ευνουχίσουμε όσα μας χαρίστηκαν απλόχερα και βίαια
τόσο βίαια
χωρίς περιθώρια πένθους
εμείς θα εφέυρουμε τα περιθώρια Νίκο
ένα με το φως
ένα με τη ζωή
αφού θα έχουμε δαμάσει
χίλιους θανάτους.
Σάββατο 21 Απριλίου 2012
Κυριακή 15 Απριλίου 2012
Τετάρτη 11 Απριλίου 2012
ασε με μένα
Βαριά μου τύχανε
άρρωστο μπόλι
κι ας μην υπήρχανε
τα είδαν όλοι.
Βαριά τ' ανύπαρκτα
και ριζωμένα.
Κάτσε και κοίτα τα
κι άσε με μένα .
Άσε με μένα
κλαδί γυρτό.
άσε με μένα,
δε βρίσκω ίσκιο να κρυφτώ.
άδικα φύγανε·
έφταιγες ψεύτη.
Κι άδικα ήρθανε
σε χρόνο κλέφτη.
Όσα μας είπανε
τα 'χαμε μάθει
κι όσα ξεμείνανε
τα 'χουμε πάθει.
Άσε με μένα
είναι γραφτό .
άσε με μένα,
σε ξένο χώμα θα θαφτώ.
Δευτέρα 9 Απριλίου 2012
μονο σκοτάδι μονο
ξερετε γιατρέ
δεν γραφει πια
δεν πινει δεν καπνίζει
δεν κανει ερωτα με αγνωστους
δεν βγαινει έξω
δεν μιλαει
σχεδον ποτέ
σχεδον δεν ανασαίνει
γιατρέ
ξέρετε
πόσες χιλιάδες ζωές
θα είχαμε ζήσει
ως τωρα
αν ήταν. .
αν δείτε
πώς κλείνεται
πώς δεν ακούει
καλά καλά
δεν αντιδρά
δεν ξέρω
τι αντιλαμβάνεται
τι σκέπτεται
τι νιώθει
δεν γνωρίζουν οι δικοί της
γιατρε
δεν ξέρουν καν
αν αναπνέει
λένε
πως πότε πότε
θυμάται
το όνομά της
και ψελίζει
λέξεις
που δεν υπάρχουν
πότε πότε
θυμάται
πως αγάπησε
και λέει
"διψ ακαιτυ φλωση"
το διαισθάνομαι
κάποτε ήξερε
να ουρλιάζει
ξέρετε γιατρέ
κάποτε
είχε αγαπήσει
κάποτε
με είχε αγαπήσει
πολύ
κι εγώ την έζησα
κι εγώ έζησα μέσα της
σε όλη της την αυτοκαταστροφή
πιστά δεμένος
με τον τρόπο της
να χάνεται
κάποτε .. .
δεν
ή αν
ίσως
όχι
κάποιος
υπήρξε . . .κάποτε
ή εμείς . . .
εκείνη
τώρα. .. . σκοτάδι
ένας δρόμος στο σκοτάδι
τωρα
τίποτα
γιατρέ μου
με συγχωείτε
εγώ σας έλεγα
για κεινη
που κάποτε ένιωσε
την αλήθεια
στο πετσί της
κάποτε με ένιωσε
αυτη η κοπέλα
τι είχε
στο μυαλό της
αυτη η γυναίκα
με τις μαύρες
ανησυχίες
κάποτε την πλήγωσαν
τα κοράκια
κάποτε την παράτησαν
οι φόβοι και κάθε είδους
φως
δεν βλέπει πια
ξέρετε εγώ
εγώ ημουν εκεί
και έφυγα
τωρα ξέρω
τωρα ξερω πως
ότι ψαχνω είναι για λίγο εκεί
θαμπό
έστω κι από ένα τηλεφώνημα
για λίγο
για μερικά δευτερόλεπτα
ήμουν εκεί
και χάθηκα και πόνεσα
πόνεσα
και
δεν νιώθω πια
όμως
δεν πίνω δεν καπνίζω
δεν βγαίνω πολύ
απ το σπίτι και
δεν βλέπω ταινίες
επιστημονικής φαντασίας
ούτε πορνό, ούτε κωμωδίες
εγώ δεν αγγίζω καν
τους ανθρώπους πια
εγω δεν περιμένω
κάτι απ' τη ζωή μου
γιατρέ μου εγώ
έχω φυγει
εδώ και μέρες από παντού
με ψάχνει μια μνημη ανεξήτηλη
θολή αναμέτρηση
με το ιερό τέλος
ή παρελθόν
όπως θέλετε πέιτε το εγώ
ήρθα εδώ
εγω
ήρθα και
άγρια
ξημερώματα
με βρίσκουν
στο δρόμο
γυμνό από εικόνες
εγω είχα
μια ιστιρία
και ελπίδες
και όνειρα
εγώ είναι ένας άλλος
ένας που ντύνεται καλά
φοράει χοντρα ρούχα
για να κρύψει κάτι
να κρύψει την ερημιά του κορμιού του
εγώ είναι μια φαντασίωση
μια πεθαμένη ιστορία αγάπης
ω γιατρέ μου
είμαι μια ιστορία αγάπης
θαμμένοι αιώνες
βαθιά στα πετρωματα
είμαι ένας λιγμός
που θυμάται
κάθε κίνηση
κάθε λέξη
κάθε σιωπή
κάθε ανάσα
κάθε τρεμούλιασμα
στο σκοτάδι κάθε
ημίφως
τρέλα με πιανει
και μονο που ξέρω πως
δεν ειναι καλά πως
βήχει πολύ και
είναι ασθενής
ήταν πάντα
σχεδόν νεκρή
είναι η νόσος
της δικιάς μου παράνοιας
παράφορή μου ελπίδα
ένας λόγος να ζώ
κι ας μην την ξαναδω ποτέ
παρά μονο μέσα απ το τζάμι
εγώ
στο δρόμο μας
περπάτησα τόσες φορές. .
. . αν μ' ακους .
ομορφιά μου . .
και χάθηκα
εκεί κάπου
στη γη
απάνω ή από κάτω
με τις βαλίτσες
στους ώμους
τα σκουβαγιάζ
στην πλάτη
πήγαινα κάπου στο διάβολο
καποτε αγάπησε, γιατρέ
κάποτε
γιατρεύτηκε
η ψυχή της
κάποτε μ αφησε να στάξω μέσα της
την αγάπη
χίλιες σταγόνες
διστακτικής ενοχής
που πλήγιαζε
ή πλάγιαζε
εγώ. . .
υπήρξα
εκείνη. .
υπήρξε
τωρα
μια ασπρόμαυρη φωτογραφία με καταπίνει
δεν πίνει
δεν καπνίζει
δεν τρώει
δεν κοιτάζει
μ αυτό το βλέμμα
το γεμάτο ζωή
δεν τραγουδά
δεν γράφει πια
γιατρέ πηγαίνετε κοντά της
πείτε της δυο λόγια έστω
αληθινά
από μένα μην της πειτε κάτι
μην της πείτε πως υπάρχω
μην της πειτε
πως έχει μείνει κάτι από μένα
μην της πείτε
τέτοιο ψέμα
περπατά
στον ίδιο δρόμο
τον γεμάτο αγκάθια
το ίδιο γυμνή
το ίδιο αποστειρωμένη
το ιδιο αποξενωμένη
και ζητά
κάτι διαστρεβλωμένα γνώριμο
που είχε ρίξει ταφόπλακα
μοιάζουν αιώνες
κάτι μας διέλυσε
ξέρτε γιατρέ
το φως μας πρόδοσε
ξέρετε
μας σκότωσε. . .
δεν γραφει πια
δεν πινει δεν καπνίζει
δεν κανει ερωτα με αγνωστους
δεν βγαινει έξω
δεν μιλαει
σχεδον ποτέ
σχεδον δεν ανασαίνει
γιατρέ
ξέρετε
πόσες χιλιάδες ζωές
θα είχαμε ζήσει
ως τωρα
αν ήταν. .
αν δείτε
πώς κλείνεται
πώς δεν ακούει
καλά καλά
δεν αντιδρά
δεν ξέρω
τι αντιλαμβάνεται
τι σκέπτεται
τι νιώθει
δεν γνωρίζουν οι δικοί της
γιατρε
δεν ξέρουν καν
αν αναπνέει
λένε
πως πότε πότε
θυμάται
το όνομά της
και ψελίζει
λέξεις
που δεν υπάρχουν
πότε πότε
θυμάται
πως αγάπησε
και λέει
"διψ ακαιτυ φλωση"
το διαισθάνομαι
κάποτε ήξερε
να ουρλιάζει
ξέρετε γιατρέ
κάποτε
είχε αγαπήσει
κάποτε
με είχε αγαπήσει
πολύ
κι εγώ την έζησα
κι εγώ έζησα μέσα της
σε όλη της την αυτοκαταστροφή
πιστά δεμένος
με τον τρόπο της
να χάνεται
κάποτε .. .
δεν
ή αν
ίσως
όχι
κάποιος
υπήρξε . . .κάποτε
ή εμείς . . .
εκείνη
τώρα. .. . σκοτάδι
ένας δρόμος στο σκοτάδι
τωρα
τίποτα
γιατρέ μου
με συγχωείτε
εγώ σας έλεγα
για κεινη
που κάποτε ένιωσε
την αλήθεια
στο πετσί της
κάποτε με ένιωσε
αυτη η κοπέλα
τι είχε
στο μυαλό της
αυτη η γυναίκα
με τις μαύρες
ανησυχίες
κάποτε την πλήγωσαν
τα κοράκια
κάποτε την παράτησαν
οι φόβοι και κάθε είδους
φως
δεν βλέπει πια
ξέρετε εγώ
εγώ ημουν εκεί
και έφυγα
τωρα ξέρω
τωρα ξερω πως
ότι ψαχνω είναι για λίγο εκεί
θαμπό
έστω κι από ένα τηλεφώνημα
για λίγο
για μερικά δευτερόλεπτα
ήμουν εκεί
και χάθηκα και πόνεσα
πόνεσα
και
δεν νιώθω πια
όμως
δεν πίνω δεν καπνίζω
δεν βγαίνω πολύ
απ το σπίτι και
δεν βλέπω ταινίες
επιστημονικής φαντασίας
ούτε πορνό, ούτε κωμωδίες
εγώ δεν αγγίζω καν
τους ανθρώπους πια
εγω δεν περιμένω
κάτι απ' τη ζωή μου
γιατρέ μου εγώ
έχω φυγει
εδώ και μέρες από παντού
με ψάχνει μια μνημη ανεξήτηλη
θολή αναμέτρηση
με το ιερό τέλος
ή παρελθόν
όπως θέλετε πέιτε το εγώ
ήρθα εδώ
εγω
ήρθα και
άγρια
ξημερώματα
με βρίσκουν
στο δρόμο
γυμνό από εικόνες
εγω είχα
μια ιστιρία
και ελπίδες
και όνειρα
εγώ είναι ένας άλλος
ένας που ντύνεται καλά
φοράει χοντρα ρούχα
για να κρύψει κάτι
να κρύψει την ερημιά του κορμιού του
εγώ είναι μια φαντασίωση
μια πεθαμένη ιστορία αγάπης
ω γιατρέ μου
είμαι μια ιστορία αγάπης
θαμμένοι αιώνες
βαθιά στα πετρωματα
είμαι ένας λιγμός
που θυμάται
κάθε κίνηση
κάθε λέξη
κάθε σιωπή
κάθε ανάσα
κάθε τρεμούλιασμα
στο σκοτάδι κάθε
ημίφως
τρέλα με πιανει
και μονο που ξέρω πως
δεν ειναι καλά πως
βήχει πολύ και
είναι ασθενής
ήταν πάντα
σχεδόν νεκρή
είναι η νόσος
της δικιάς μου παράνοιας
παράφορή μου ελπίδα
ένας λόγος να ζώ
κι ας μην την ξαναδω ποτέ
παρά μονο μέσα απ το τζάμι
εγώ
στο δρόμο μας
περπάτησα τόσες φορές. .
. . αν μ' ακους .
ομορφιά μου . .
και χάθηκα
εκεί κάπου
στη γη
απάνω ή από κάτω
με τις βαλίτσες
στους ώμους
τα σκουβαγιάζ
στην πλάτη
πήγαινα κάπου στο διάβολο
καποτε αγάπησε, γιατρέ
κάποτε
γιατρεύτηκε
η ψυχή της
κάποτε μ αφησε να στάξω μέσα της
την αγάπη
χίλιες σταγόνες
διστακτικής ενοχής
που πλήγιαζε
ή πλάγιαζε
εγώ. . .
υπήρξα
εκείνη. .
υπήρξε
τωρα
μια ασπρόμαυρη φωτογραφία με καταπίνει
δεν πίνει
δεν καπνίζει
δεν τρώει
δεν κοιτάζει
μ αυτό το βλέμμα
το γεμάτο ζωή
δεν τραγουδά
δεν γράφει πια
γιατρέ πηγαίνετε κοντά της
πείτε της δυο λόγια έστω
αληθινά
από μένα μην της πειτε κάτι
μην της πείτε πως υπάρχω
μην της πειτε
πως έχει μείνει κάτι από μένα
μην της πείτε
τέτοιο ψέμα
περπατά
στον ίδιο δρόμο
τον γεμάτο αγκάθια
το ίδιο γυμνή
το ίδιο αποστειρωμένη
το ιδιο αποξενωμένη
και ζητά
κάτι διαστρεβλωμένα γνώριμο
που είχε ρίξει ταφόπλακα
μοιάζουν αιώνες
κάτι μας διέλυσε
ξέρτε γιατρέ
το φως μας πρόδοσε
ξέρετε
μας σκότωσε. . .
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)