και οι άλλοι
πήγαιναν όλο από εκεί
και δεν καταλάβαινα γιατί
πήγαιναν
και τους κοίταγα στάσιμη
κι ανήμπορη να καταλάβω
τι στο διάολο έκαναν
και μέσα μου μόνο
να βρίζω ήθελα
και να καταριέμαι
και τίποτ' άλλο
Παρασκευή 18 Ιανουαρίου 2013
και θα γελάμε
μέχρι να σπάσουν
οι οδοντοστοιχίες μας
τόσο πολύ θα γελάμε
και μετά
θα ρίξουμε ένα πήδημα
να το χαρεί η ψυχή μας.
Ωϊμέ, ωϊμέ, πώς έγινε;
Ωϊμέ, τίποτα δεν έμεινε
από μένα ζωή
κι έχω πια παραδοθεί.
Πόσο ξένοι γίναμε,
ποιός θα το πίστευε πως όλα τελειώσανε;
Κι ούτε που πονάω πια.
Είναι αυτο-δύναμη και αδυναμία μου
κι έγινε πια ύπαρξη
με την πάροδο του πόνου η ανυπαρξία μου.
Προτιμώ, προτιμώ να μην ξέρω κανέναν.
Κι όσα έζησα, πέρα τα πέταξα!
Είναι αυτο-ύπνωση και αταραξία μου
είναι κι επαγρύπνηση
κι η κοπή μου από το θρόνο, η ελευθερία μου.
Ωϊμέ, ωϊμέ, πως έλιωσα;
Ωϊμέ, τ' άλογο μου σέλωσα
δεν πατάω στη γη
κι έχω αποξενωθεί.
Τρέχω σαν τον άνεμο,
ποιός θα το πίστευε πως αναβαπτίζομαι
στ' ονειρεματάκι μου.
Είναι στην πέτσα μου και στην φαντασία μου
είναι και επίγνωση
κι είναι το παράλογό μου, κι η ανοησία μου.
Αγαπώ, αγαπώ και γυρνάω σε μένα!
Κι όσα πέταξα τα ξαναμάζεψα.
Είναι αυτο-όραση και αναγκαιότητα
είναι παλιννόστηση
είναι και η αφεντιά μου στην αιωνιότητα