παραλίγο να μ αφήσει παράλυτη αυτή
η ανυπόφορη ηδονή
της ποίησης
που ξαναϋπάρχω απ' την αρχή κάθε φορά
που η φλόγα της με ανασταίνει και με κάνει,
έστω και για απειροελάχιστο χρόνο,
Θεό.
με θρυμμάτισα πάλι
κι απάνω στα βλέφαρά μου
σκόρπισα για λίγο αυτά
τα φονικά παρατημένα λεπίδια
άχρηστες συλλαβές να ξεδοντιάζουν την έξαψή μου
μέσα στο στομάχι μου υπάρχουν
η τεκίλα η βότκα το ουίσκι και ο θάνατος
έχω
πλάι μου δύο άντρες
τον άντρα που με ρήμαζε
και τον άντρα που παραμονεύει την πνοή μου:
χωρίς να με φλερτάρει ο ένας
κι ο άλλος να σέρνεται
από πίσω μου σα λυσσασμένο σκυλί
θέλω τόσο να του σπάσω τα μούτρα
και να αρχίσω να μεθάω ξανά
κι όσο ζαλίζομαι να βρίσκω τις λέξεις
να αναστήσω το χαμένο χρόνο
και απ' έξω να 'ρχονται οι στιγμές
οικίες και γκρίζες, παστρικές στρίγκλες,
κι απόκοσμα να με γιορτάσουν
πόσο ανυπόφορη
αυτή η τρελαμένη γη με τυραννάει
και με πετά αυτάρεσκα στο χώμα, θέλει
να της φιλήσω το χώμα
αλλά ξέρεις κάτι
έχω τόση δύναμη που μπορώ
να διαρρήξω τους τοίχους των βλεννογόνων σου
και να περάσω από μέσα τους
στην άλλη όχθη, χωρίς να με δουν
να σκάψω το χωμάτινο σώμα σου πέντε μέτρα
να θάψω μέσα του τα εντόσθια της άθλιας
της φρενοβλαβούς ποίησης
και έτσι ξαναμμένη θα γυρίσω πλάι σου
θα σου μετρήσω το σφυγμό
θα σε χορτάσω
κι ύστερα θα τελειώσω
σαν να μαραίνομαι και ξεχασμένη πια
θα σβήσω.
η ανυπόφορη ηδονή
της ποίησης
που ξαναϋπάρχω απ' την αρχή κάθε φορά
που η φλόγα της με ανασταίνει και με κάνει,
έστω και για απειροελάχιστο χρόνο,
Θεό.
με θρυμμάτισα πάλι
κι απάνω στα βλέφαρά μου
σκόρπισα για λίγο αυτά
τα φονικά παρατημένα λεπίδια
άχρηστες συλλαβές να ξεδοντιάζουν την έξαψή μου
μέσα στο στομάχι μου υπάρχουν
η τεκίλα η βότκα το ουίσκι και ο θάνατος
έχω
πλάι μου δύο άντρες
τον άντρα που με ρήμαζε
και τον άντρα που παραμονεύει την πνοή μου:
χωρίς να με φλερτάρει ο ένας
κι ο άλλος να σέρνεται
από πίσω μου σα λυσσασμένο σκυλί
θέλω τόσο να του σπάσω τα μούτρα
και να αρχίσω να μεθάω ξανά
κι όσο ζαλίζομαι να βρίσκω τις λέξεις
να αναστήσω το χαμένο χρόνο
και απ' έξω να 'ρχονται οι στιγμές
οικίες και γκρίζες, παστρικές στρίγκλες,
κι απόκοσμα να με γιορτάσουν
πόσο ανυπόφορη
αυτή η τρελαμένη γη με τυραννάει
και με πετά αυτάρεσκα στο χώμα, θέλει
να της φιλήσω το χώμα
αλλά ξέρεις κάτι
έχω τόση δύναμη που μπορώ
να διαρρήξω τους τοίχους των βλεννογόνων σου
και να περάσω από μέσα τους
στην άλλη όχθη, χωρίς να με δουν
να σκάψω το χωμάτινο σώμα σου πέντε μέτρα
να θάψω μέσα του τα εντόσθια της άθλιας
της φρενοβλαβούς ποίησης
και έτσι ξαναμμένη θα γυρίσω πλάι σου
θα σου μετρήσω το σφυγμό
θα σε χορτάσω
κι ύστερα θα τελειώσω
σαν να μαραίνομαι και ξεχασμένη πια
θα σβήσω.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου