και μετά ήρθες εσύ κι έγιναν όλα τόσο γρήγορα, χωρίς να ντρέπεσαι χωρίς να φεύγω.
Νόμιζα δύσκολη τη μέρα της γιορτής της άνοιξης...
Μα ο φλεγόμενος χειμώνας γεμάτος με δώρα, τα χέρια μου, η σκέψη σου, το πρόσωπο δεν έχουν θάνατο. Κι έφυγες όπως φεύγουν τα σμήνη, τα χρώματα, οι ήχοι. οι άνθρωποι.
Σοβαροί κι όμορφοι μέσα στον ήλιο.
Αφανείς στην ουσία μας
ΑπάντησηΔιαγραφήπαρόντες στην καρδιά μας.
Οξύμωρα δικοί μας.
Υπέροχο.