δεν είμαι ακόμα Εγώ
δεν είμαι ακόμα
μα όταν θα φτάσω να είμαι Εγώ
χυδαία νοήματα θα εκραγούν
θα λιώσουν οι δεσμοί και τα νετρόνια θα ξεπετάγονται
όλα θα έχουν ειπωθεί
τα πάντα για μια ιδέα - καμιά ιδεολογία τότε
ούτε ανάλυση, φωλιές αγγέλων κι ερπετών
φωνές χαμένων
λυσσασμένων μικρών κοριτσιών
ανάσκελα θα στέκουν
οι άντρες γυμνοί μισοφαγωμένοι, υγροί
γεμάτοι ήλιο και καπνό, χωρίς
χωρίς να δίνονται, να μη χρειάζεται να δίνονται
οι πουτάνες, να μην βαραίνουν τα διαστροφικά μυαλά τους
να σκοτώνουν χωρίς άλλη σκέψη
χωρίς φαρμάκι, έλεγαν πως είχαν το φαρμάκι
μα δεν θα μένει τίποτα πια να τους μετουσιώσει
ενώσεις αδερφών, λέπια εκστατικών ροφών με σημασία
η γλύκα
του να φλέγεται κανείς από άποψη
δεν είμαι ακόμα Χρόνος
τότε που όλα θα χουν γίνει ένα, μια διπλή ανάμνηση
διπλή και κατοπτρική μονάδα
με ανθρώπους που δεν ξεχώριζαν
που πριν φύγουν στάθηκαν για λίγο
που ποτέ δεν κατάλαβαν το λόγο της απουσίας
τον βαθύτερο λόγο της απουσίας τους
τις έννοιες δίχως άκρη, δίχως σύνορα
τα παραπληγικά τους δάχτυλα, τα μεταμεσονύχτια γαμήσια
άφραγκοι από όνειρο, δεν είμαι ακόμα Εγώ
το Εγώ που θα 'ρθει, θα με βρει, θα με ταυτίσει με το όριο
το σύμπαν θα σωπάσει, θα 'ναι η ώρα περασμένη
δύσκολα, πολύ δύσκολα κι αμετανόητα θα διαβεί
το πέρασμα το Εγώ,
θα αντισταθεί, μα θα κατανοήσει, θα κατανοήσει
τα εγκόσμια, θα υποκλιθεί στην απάτη
θα υψωθεί
σε βράχια αδιάβατα και
θα ΄ναι η ώρα περασμένη μα ιερή
οι λέξεις θα αποκτούν υπόσταση και θα καταβροχθίζουν τα ανθρώπινα
συντρίμμια, θα μασούν καλά τα υπολείμματα
μιας ανθρώπινης ανάμνησης
και τότε εκείνες οι γυναίκες με τα μαύρα στολίδια
και τις πλεξούδες, με τα μαραμένα δάκτυλα
θα χύσουν αίμα προσμονής, θα ουρλιάξουν φως
θα 'ναι γεμάτες, φουσκωμένες, έγκυοι!
και στα τυφλά θα γεννηθούν οι θρήνοι μιας θυσίας
που κάποτε ωρίμασε, και σάπισε, και πάει
και τότε θα χαθούν έχοντας πάντα στο κεφάλι το όραμα του τέλους
του τέλους του Εγώ που ολοκληρώθηκε
ευτυχία στο Εγώ που έφτασε να εκπέμψει φως, ευτυχία!
κι οι άνθρωποι μισότρελοι και μισοπεθαμένοι
θα συνουσιάζονται στον ύπνο τους με τ' όνειρο
πως κάποτε θα φτάσουν, θα ρθει και γι αυτούς η ώρα
η ώρα που δεν έφτασε ποτέ
μα θα 'ναι όμορφη, γαλήνια, λυτρωτική
θα 'ναι το ψέμα που δεν χόρτασαν να ακούνε
οι άνθρωποι.
μοιάζω με το χορό ενός ηλίθιου ξεπεσμένου αρλεκίνου
που άθελά του ζύγισε τη γη
τη βρήκε λίγη
ζύγισε το νου, τον βρήκε ελάχιστο
που την ψυχή του δεν τη βρήκε ακόμη
που γνώρισε το φως, του φάνηκε έρημο
και το σκοτάδι άδειο
τα πόδια του τρεκλίζουν, άθελά του
αιμορραγεί και ξεψυχάει ανίκητος
που επιμένει να σωθεί, να σηκωθεί
μόνο μην πέσει πάλι κάτω, όχι ακόμη!
να κουνά τα απεγνωσμένα του μέλη
μανιακά και εύθυμα,
ένα ακόμη βήμα
αριστερά
μια στροφή
η μέση να λυγίζει
λίγο
όσο πρέπει...