ήταν η ώρα της φυγής, της άπωσης από τα πάντα
μια μόνο στιγμούλα αρκεί για να ανατιναχτούμε
μια ολόκληρη ζωή δεν φτάνει για να ζήσουμε
το πορτατίφ έκαιγε μίζερο φως
οι άνθρωποι χωμένοι σε καλύβες
το σπίτι μας έμοιαζε πιο όμορφο από ποτέ
κι εμείς στην κουβερτούλα τυλιγμένες
να περιμένουμε "το τέλος του κόσμου"
ήταν αποφασισμένο να γίνει στις δώδεκα
έτσι κι αλλιώς είπαν, δεν υπάρχει ελπίδα
από τότε που εμφανίστηκαν οι άνθρωποι πονάνε
και τότε σαν από άστραμα, τυφλή μαγεία της ύπαρξής μου
σε είδα Μητέρα καθαρά, να χάνεσαι, να χάνομαι
κι οι ψυχές μας να αποχωρίζονται για Πάντα
να εκρήγνυνται στο σύμπαν
που η Γέννηση του πήρε αιωνιότητες
κι ας κατέρρεε σ' ένα τόσο δα δευτερόλεπτο
δεν πρόλαβες να με γεννήσεις, δεν πρόλαβα -
δεν πρόλαβα να υπάρξω, πνίγηκα πριν ζήσω
"κι οι λέξεις τόσων αιώνων, κι οι λέξεις μας που πάνε μετα Μαμά;"
ήθελα να σηκωθώ να αγγίξω λίγο τα όσα έγραψα
να ψιλαφήσω τις ανάπηρές μου λέξεις
μα το τέλος έφτανε, κι εγώ σ' αγκάλιαζα για τελευταία φορά Μητέρα
οι ψυχές μας θα κυληστούνε στο χάος
και θα ξέρουμε πως τίποτα δεν μένει πίσω
μια στιγμούλα αρκεί για να ανατιναχτούμε
μια ολόκληρη ζωή δεν φτάνει για να ζήσουμε.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου